μπατανία

μπατανία
η
μάλλινο κλινοσκέπασμα, κουβέρτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. batania, ενώ κατ' άλλους από τουρκ. battaniye].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • πατανία — η μάλλινο κλινοσκέπασμα, κουβέρτα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. batania ή, κατ άλλους, από τουρκ. battaniye (βλ. και λ. μπατανία)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”